Συνέντευξη του Σάββα Τσιτουρίδη στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 03/09/2022

03 Σεπ 2022 | Συνεντεύξεις

1.Πριν την αυτονόμηση σας και τη δημιουργία του Κόμματος των Ελλήνων Ριζοσπαστών το 2019, υπήρξατε επί χρόνια πολιτικό παιδί και διακεκριμένο στέλεχος της Ν.Δ  και υπουργός στην κυβέρνηση Καραμανλή σε δύο διαφορετικά υπουργεία. Με βάση αυτήν την εμπειρία, πώς κρίνετε  σήμερα την εξέλιξη του κόμματος του οποίου ηγείται ο πρωθυπουργός;

 

Στην πορεία προς το 2019, έτος ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών, το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα μου φάνταζε ξεκάθαρο. Μετά από 4,5 χρόνια στην εξουσία ο Τσίπρας έκλεινε τον κύκλο του.

Ο Μητσοτάκης θα επικρατούσε, όχι γιατί ενθουσίαζε τον κόσμο, αλλά γιατί και ο Τσίπρας είχε καταστεί μέρος του «ελληνικού» προβλήματος. Ακολούθησε και αυτός, όπως και οι προκάτοχοι από το 2010 και μετά «συνταγές» που είχαν επιβληθεί από την Τρόϊκα.

Εγώ ήμουν οπαδός «ελληνικών» λύσεων, αφού όλοι ξέραμε τι έπρεπε να κάνουμε μόνοι μας. Αλλά δεν τολμήσαμε. Πίστευα πως συνταγές-μνημόνια «τεχνοκρατών» αμφίβολης πολλές φορές τεχνητής κατάρτισης και αποτελεσματικότητας και καμίας δημοκρατικής νομιμοποίησης, δε θα μπορούσαν να λύσουν προβλήματα που θα έπρεπε να διαχειριστεί με τόλμη και αποφασιστικότητα το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Η Τρόϊκα μάθαινε στου κασίδη το κεφάλι. Αυτή ήταν η κριτική μου στο πολιτικό σύστημα μέσα στο οποίο είχα πορευτεί. Η επιστροφή στη δουλειά μου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες στα 2012 με ό, τι επακολούθησε στην χώρα, μου έδινε την «πολυτέλεια» της επανεξέτασης και της αναθεώρησης πολλών θέσεων και πολιτικών.

Μακριά από κομματικές δεσμεύσεις παρέμενα στον απερίφραχτο χώρο του ριζοσπαστισμού και κοινωνικού φιλελευθερισμού και του ευρωπαϊκού ουμανισμού. Γυρίζοντας στην Ελλάδα το 2019 οι επιλογές μου φάνταζαν να είναι δύο. Ή θα σιωπούσα ή θα χειροκροτούσα αυτόν που ερχόταν. Δεν μου πήγαινε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Έτσι επέλεξα έναν τρίτο δρόμο που ήταν μοναχικός και δύσκολος έως και «επικίνδυνος» για όσους ξέραμε τον Μητσοτάκη και τις εξαρτήσεις του. Έτσι με φίλους που στήριξαν την πρωτοβουλία ιδρύσαμε τους Έλληνες Ριζοσπάστες. Η απόφαση αυτή βρέθηκε σε αρμονία με τις αξίες και τις αρχές μου. Με ό, τι βλέπουμε στους καιρούς που ακολούθησαν η απόφασή μου και οι επιλογές μου δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν. Από τον καραμανλισμό που υπήρξε πεδίο έμπνευσης, αναφοράς και πολιτικός οδηγός στην μεταπολιτευτική Ελλάδα φτάσαμε στον μητσοτακισμό, που παρακολουθεί πολιτικούς αντιπάλους και όχι μόνο!

 

  1. Πιστεύετε ότι η οικογένεια Μητσοτάκη θέλει να διαλύσει το κόμμα του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού που δημιούργησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής; Aν ναι, γιατί;

 

Να διαλύσει τη ΝΔ η οικογένεια Μητσοτάκη σίγουρα δε θα ήθελε. Η ιστορία της δε θα οδηγούσε σήμερα σε κάτι τέτοιο, αφού όσες φορές επιχείρησε κάποιος Μητσοτάκης να κάνει δικό του κόμμα έπαιρνε από 1% έως και κάτι λιγότερο από 3%. Άλλο πράγμα επιχειρείται τώρα. Σε αντίθεση με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη που αγκάλιασε όλη την παράταξη και έφθασε σε «επικά» ποσοστά το 1989-1990, ο υιός Μητσοτάκη θέλει να κάνει ένα ΙΧ κόμμα με ανθρώπους που θα ήταν απόλυτα εξαρτημένοι απ’ αυτόν και θα έμεναν δίπλα του το βράδυ της ήττας που έρχεται. Και με ό, τι ζούμε στις μέρες μας αναρωτιέμαι γιατί η μεγάλη πλειοψηφία της παράταξης ανέχεται ακόμη τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό δε θα κρατήσει για πολύ ακόμη. Όσο όμως η πλειοψηφία παραμένει από σιωπηλή έως χειροκροτούσα, μεγαλώνουν και οι ευθύνες της. Σε όποιους θα ήθελαν να διαδεχθούν λοιπόν τον Μητσοτάκη στην ηγεσία του κόμματός τους, θα έλεγα ότι θα πρέπει να τολμήσουν τώρα. Πριν από τις εκλογές να θέσουν θέμα διαδοχής του. Γιατί το βράδυ της ήττας, θα είναι χαμένοι όλοι μαζί. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να είναι σαφές σε όλους ότι η απολιτική «ενότητα» ενός κόμματος με στόχο την προσωπική εκλογική επιβίωση είναι μέγεθος απείρως μικρότερο από το εθνικό συμφέρον.

 

  1. Πριν από τις τελευταίες ευρωεκλογές είχατε πει σε μία συνέντευξη σας στην ΕΡΤ ότι στόχος των «Ελλήνων Ριζοσπαστών» είναι να καταγραφούν στις ευρωεκλογές και παράλληλα να προκαλέσουν πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση ενός συνασπισμού κεντροδεξιών κομμάτων, κινήσεων και προσωπικοτήτων ενόψει των εθνικών εκλογών. Θέλω να σας ρωτήσω αν και σήμερα οι δύο αυτοί στόχοι παραμένουν-με δεδομένο ότι έχουμε εισέλθει σε μία άτυπη προεκλογική περίοδο για τις εθνικές εκλογές- κι αν έχουν γίνει ή γίνονται κάποια βήματα γι’ αυτήν την συγκρότηση ενός κεντροδεξιού μετώπου που οραματιζόσασταν;

 

Οι Έλληνες Ριζοσπάστες μετέχουμε ενεργά σε μια άτυπη μέχρι στιγμής «Γαλάζια» πρωτοβουλία ανέστιων μέχρι σήμερα πολιτικών δυνάμεων και προσώπων, που πιστεύουν στον πολιτικό και πατριωτικό φιλελευθερισμό, στην κοινωνική οικονομία της αγοράς, στη δύναμη του ελληνισμού και στη συμβολή του στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού και διεθνούς γίγνεσθαι. Ο αχός της κοινωνίας θα προσδιορίσει σύντομα το πώς ένα τέτοιο ρεύμα θα εκφραστεί οργανωτικά, πολιτικά και προγραμματικά. Σε κάθε περίπτωση ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης το βράδυ των εκλογών της απλής αναλογικής, που θα εγγυηθεί την γεωπολιτική, πολιτική, οικονομική, κοινωνική, οικολογική και ενεργειακή σταθερότητα στην χώρα είναι ευθύνη και της αδέσμευτης κεντροδεξιάς.

 

 4. Σε πρόσφατη συνέντευξη σας «στο Κόκκινο» σάς άκουσα να θίγετε μία ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα πτυχή για την ουσία της παρακολούθησης των τηλεφωνικών επικοινωνιών του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη κατά το διάστημα 12 Ιουλίου με 24 Σεπτεμβρίου 2021,  οπότε είχε μολυνθεί με το spyware Predator. Θέσατε το ζήτημα της έρευνας που έκανε για την εξαγορά της Αγροτικής Τράπεζας. Θέμα το οποίο εξ όσων γνωρίζω αποσιωπάται από την όλη δημόσια συζήτηση που έχει ανοίξει για τις παρακολουθήσεις.

Τίθεται το εξής ερώτημα :

Δεδομένου ότι  η ιστορία διάσωσης των ελληνικών  τραπεζών  με τις ιδιωτικοποιήσεις έχει αφήσει πολλούς  σκελετούς στην ντουλάπα, πιστεύετε ότι ,πέραν της δημοσιογραφικής έρευνας,   υπάρχουν θέματα που θα έπρεπε, π.χ για την Αγροτική Τράπεζα, να τεθούν ξανά στο τραπέζι, όχι μόνο από την πολιτική αλλά και από τη νομική σκοπιά;

 

Θίγετε ένα «δυσώδες» θέμα, που θα πρέπει πολιτικά, οικονομικά και νομικά να ανοίξει. Θα αναφερθώ ειδικότερα στην ΑΤΕ. Ο δημόσιος χαρακτήρας της ήταν στον πυρήνα της πολιτικής της ΝΔ και είχε δεσμευτεί γι’ αυτό και προεκλογικά στα 2012. Λίγες εβδομάδες μετά το σχηματισμό κυβέρνησης και συγκεκριμένα στις 27 Ιουλίου του 2012, περίπου εν κρυπτώ «ιδιωτικοποιήθηκε». Ενημερωθήκαμε μόνο πως το υγιές τμήμα της εκχωρείτο στην Τράπεζα Πειραιώς για 95 εκατ. ευρώ, όταν η ίδια τράπεζα το 2010 έδινε για το 75% του συνόλου της ΑΤΕ (υγιούς και μη) 372 εκατ. ευρώ! Κάποιες ανεπαρκείς εξηγήσεις που ψελίσθησαν δημιούργησαν περαιτέρω ερωτηματικά, χωρίς ποτέ να δοθούν πειστικές απαντήσεις. Την ίδια ημέρα έκανα μια επικριτική δήλωση, την μόνη που έγινε από κάποιον (!), και σε λίγες ημέρες επέστρεφα στη δουλειά μου στις Βρυξέλλες. Προσωπικά θα εκτιμούσα ιδιαίτερα όσους μετέχουν στην πολιτική ζωή του τόπου να είχαν τα «νεφρά» να ανοίξουν, έστω και σήμερα, πολιτικά και νομικά τόσο το θέμα της ΑΤΕ, όσο και της «πορείας» των υπολοίπων συστημικών τραπεζών.