Το Δίκτυο Ελλήνων Ριζοσπαστών (Δ.Ε.ΡΙ.) καλεί τους κ.κ. Τσίπρα και Μητσοτάκη να αλλάξουν τώρα πορεία και πρακτικές, γιατί η απολιτική και μισαλλόδοξη «μονομαχία» τους για νομή της εξουσίας θα φέρει δεινά στον τόπο. Επισημαίνεται ότι προϋπόθεση της Δημοκρατίας είναι η συνεννόηση και η σύνθεση. Και αποτέλεσμα της συνεννόησης και της σύνθεσης είναι η Δημοκρατία.

Παρατίθεται η αναλυτική ανακοίνωση του Δ.Ε.ΡΙ.

«Στην προεκλογική περίοδο που ξεκίνησε ουσιαστικά στη ΔΕΘ, παρακολουθούμε με ιδιαίτερη ανησυχία την εντεινόμενη πόλωση που επιχειρούν να επιβάλλουν στην ελληνική κοινωνία οι ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων, πιστεύοντας προφανώς ότι έτσι εξυπηρετούνται τα στενά κομματικά συμφέροντά τους. Η πόλωση αυτή, σε εποχές ιδιαίτερα κρίσιμες για τη χώρα, με ανοικτά εθνικά, κοινωνικά και οικονομικά μέτωπα, αρχίζει να διαχέεται παντού. Πολιτικοί, μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, δελτία Τύπου, δημοσιογράφοι, πανελίστες και παρατρεχάμενοι ακροβολίζονται καθημερινά σε έναν αγώνα  ηθικής και πολιτικής εξόντωσης των «αντιπάλων». Εάν αυτό συνεχιστεί, η πορεία προς τις εκλογές δε θα είναι ευκαιρία για γόνιμη αντιπαράθεση ανάμεσα σε ιδέες, στόχους και προγράμματα για την Ελλάδα που θέλουμε αλλά ένας αγώνας κατς και ανθρωποφαγίας των «απέναντι».

Το Δίκτυο Ελλήνων Ριζοσπαστών καλεί τις πολιτικές δυνάμεις, και πρωτίστως τις ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων, υπό το βάρος των μεγάλων προκλήσεων, να πορευθούν προς τις εκλογές μέσα από ένα κλίμα ευθύνης, συνεννόησης, κοινής λογικής και σύνθεσης, αφήνοντας πίσω καταστάσεις όξυνσης, φανατισμού, μισαλλοδοξίας, πόλωσης και διχασμού. Την κύρια ευθύνη για αλλαγή πορείας την έχει πρωτίστως η κυβέρνηση και ο κ. Τσίπρας προσωπικά. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει ευθύνη της αντιπολίτευσης και του ιδίου του κ. Μητσοτάκη. Σε τελευταία ανάλυση η επικράτηση στις εκλογές μπορεί να είναι ένας δελεαστικός στόχος για τον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η επικράτηση όμως αυτή είναι μέγεθος απείρως μικρότερο από το εθνικό συμφέρον, που δεν εξυπηρετείται από επιλογές και πρακτικές που, ενισχύοντας τα άκρα, το λαϊκισμό και τον εθνικισμό, ποτίζουν τις ρίζες ενός νέου εθνικού διχασμού.

Εάν οι υπεύθυνοι για τον επικίνδυνο αυτό κατήφορο αδυνατούν να το αντιληφθούν, θα βρεθούν προ εκπλήξεων από την αντίδραση και τη δύναμη αυτών που δε θα παραμείνουν θεατές και χειροκροτητές μιας απολιτικής και μισαλλόδοξης μονομαχίας για τη νομή της εξουσίας».